H ακοομετρία καθαρών τόνων, από την οποία προκύπτει το γνωστό σε όλους ακοόγραμμα, συνιστά την πιο συχνή εξέταση ακοής για την αξιολόγηση της ακουστικής ικανότητας στο κάθε αυτί χωριστά και τον προσδιορισμό του βαθμού και του είδους της απώλειας ακοής.
Με τη βοήθεια μίας συσκευής που ονομάζεται ακοομετρητής παράγονται ήχοι διαφόρων συχνοτήτων και εντάσεων, οι οποίοι διαβιβάζονται στα αυτιά του εξεταζόμενου με ακουστικά (αέρινη αγωγή) και με οστεόφωνο (οστέινη αγωγή). Ο εξεταζόμενος πατάει ένα κουμπί ή σηκώνει το χέρι κάθε φορά που αντιλαμβάνεται έναν ήχο. Η ακοομετρία καθαρών τόνων αποτελεί αντικειμενική μέθοδο ελέγχου της ακοής καθώς βασίζεται στις απαντήσεις των ασθενών σε ερεθίσματα καθαρού τόνου. Επομένως, χρησιμοποιείται μόνο σε ενήλικες και σε συνεργάσιμα παιδιά μεγαλύτερα των 5 ετών.